Η αγάπη του Θεού έφερε τον νεκρό πίσω στη ζωή
Μια ξαφνική ασθένεια έκανε ολόκληρη την οικογένεια να βουλιάξει στον πόνο και να νιώθει αβοήθητη
Την άνοιξη του 2014, ο γιός της Μου Κουίνγκ, ο Ζιαογκουάνγκ, αρρώστησε ξαφνικά. Ήταν πάντα δυνατός και γερός, όμως ξαφνικά έβγαλε εξογκώματα σε όλο του το σώμα, και σκληρούς κάλους στα χέρια και στα πόδια του, και τα νύχια του άρχισαν να μαυρίζουν. Είχε αφόρητο πόνο. Για να αντιμετωπίσει την ασθένειά του, η Μου Κουίνγκ έτρεξε να επισκεφτεί γιατρούς σε όλα τα νοσοκομεία της πόλης τους, όμως κανείς από τους γιατρούς δεν μπόρεσε να ανακαλύψει τι ασθένεια είχε κολλήσει ο γιός της. Αργότερα, πήγε τον γιό της στο επαρχιακό νοσοκομείο για εξετάσεις. Μετά από αρκετές συσκέψεις με ειδικούς, ο Ζιαογκουάνγκ διαγνώστηκε με το σύνδρομο της μυελοδυσπλασίας.
Ο γιατρός είπε στην Μου Κουίνγκ ότι αυτό το είδος ασθένειας ήταν δύσκολα θεραπεύσιμο, επειδή τα θύματα δεν μπορούσαν να λάβουν δυτικής προέλευσης φάρμακο, καθώς θα μπορούσε να βλάψει το συκώτι και την καρδιά. Επιπλέον, τα θύματα δεν μπορούσαν να παράγουν αρκετό φυσιολογικό αίμα και αν η κατάσταση χειροτέρευε, η ασθένεια θα εξελισσόταν σε λευχαιμία. Ακούγοντας αυτό ή Μου Κουίνγκ ένιωσε ζαλάδα ξαφνικά, και μια σκέψη ανησυχίας μπήκε στο μυαλό της: «Ο γιός μου είναι τόσο νέος. Αν του συμβεί κάτι άσχημο, πώς θα συνεχίσει να ζει η οικογένειά μας;»
Ο Ζιαογκουάνγκ έμεινε στο νοσοκομείο περίπου είκοσι μέρες, και το κόστος ξεπέρασε τα είκοσι χιλιάδες γιουάν. Ο Ζιαογκουάνγκ, μην μπορώντας να ανταπεξέλθει οικονομικά στην ακριβή θεραπεία, αναγκάστηκε να φύγει από το νοσοκομείο και να συνεχίσει τα φάρμακα και τις ενέσεις στο σπίτι, και να πηγαίνει στο νοσοκομείο μόνο για εξέταση κάθε δεύτερη εβδομάδα. Μετά από κάποιο διάστημα και βλέποντας πως η ασθένειά του δεν καλυτέρευε, η Μου Κουίνγκ φοβήθηκε πως η θεραπεία του θα καθυστερούσε. Σκέφτηκε: «Ακόμα κι αν ξοδέψω όλη μου την περιουσία, θα φροντίσω να νοσηλευτεί ο γιός μου σ' ένα μεγάλο νοσοκομείο». Αμέσως μετά, πούλησε σύντομα όλα τα αντικείμενα αξίας που είχαν, συμπεριλαμβανομένου και του βοδιού που είχαν για να οργώνει τα χωράφια τους, και κατάφερε να μαζέψει πάνω από είκοσι χιλιάδες γιουάν. Κατόπιν ζήτησε από τη νύφη της, να πάρει τον Ζιαογκουάνγκ να τον δουν οι ξένοι ειδικοί αιματολόγοι στην επιστημονική ακαδημία της Τιαντζίν.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας του στην Τιαντζίν, η Μου Κουίνγκ βρισκόταν στο σπίτι, ανήσυχη και περιμένοντας με αγωνία για το τηλεφώνημά τους κάθε μέρα. Είχε συνεχώς ανησυχητικές σκέψεις, όπως: «Έχει επισκεφτεί τόσους πολλούς γιατρούς, όμως κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεραπεύσει την ασθένειά του. Μήπως η ασθένειά του θεραπευτεί αυτή τη φορά;» Περίμενε και περίμενε και τελικά η νύφη της γύρισε πίσω στο σπίτι, όμως σοκαρίστηκε όταν άκουσε κάποιο κακό νέο: Η νύφη της είπε: «Μετά από εξετάσεις από τους ειδικούς, ο Ζιαογκουάνγκ διαγνώστηκε με ανίατη ασθένεια. Η ποσότητα των λευκών του αιμοσφαιρίων έχει πέσει σχεδόν στο 1, έτσι βρίσκεται σε θανάσιμο κίνδυνο. Αν συνεχίσει να έχει καλή διάθεση, ίσως ζήσει για δύο μήνες ακόμα. Ο γιατρός μας συνέστησε να φύγουμε από το νοσοκομείο, αλλά ο Ζιαογκουάνγκ επέμενε να πάμε στο Πεκίνο για θεραπεία. Έτσι ήρθα πίσω στο σπίτι, ελπίζοντας πως θα μπορέσεις να τον πείσεις να έρθει πίσω».
Τα ξαφνικά άσχημα νέα έκαναν την Μου Κουίνγκ να νιώσει σαν να είχε πέσει ο ουρανός. Είχε μεγάλη αγωνία, καθώς δεν περίμενε ποτέ ότι ο γιός της, που ήταν πάντα δυνατός και γερός, θα αρρώσταινε με ανίατη ασθένεια. «Ο Ζιαογκουάνγκ είναι ο στυλοβάτης της οικογένειάς μας. Εγώ είμαι μεγάλη, κι αν του συμβεί κάτι άσχημο, σε ποιόν θα βασιστώ στο μέλλον; Ο εγγονός μου και η εγγονή μου φοιτούν ακόμη στο κολλέγιο και χρειάζονται χρήματα. Χωρίς αυτόν, πώς θα τελειώσουν τις σπουδές τους; Και τι θα γίνει με τη νύφη μου; Είναι ακόμα νέα. Θα τον εγκαταλείψει;» Όσο περισσότερο σκεφτόταν μ' αυτόν τον τρόπο, τόσο πιο ανήσυχη ένιωθε και τα δάκρυα συνέχιζαν να κυλούν στο πρόσωπό της. Εκείνη τη στιγμή, καιγόταν από την ανησυχία, ήθελε απελπισμένα να δει μεμιάς τον άρρωστο γιό της.
Η νύφη της έφυγε από το σπίτι παίρνοντας και τα χρήματα για τη θεραπεία, βυθίζοντας την Μου Κουίνγκ και τον γιό της στην απελπισία
Ακριβώς τη στιγμή που η αγωνία και το αίσθημα ότι ήταν αβοήθητη βρίσκονταν στα χειρότερά τους, η Μου Κουίνγκ ξαφνικά θυμήθηκε πως ήταν μια πιστή στον Θεό, και πως σε όλα τα ζητήματα θα πρέπει να προσεύχεται, να αναζητά και να βασίζεται στον Θεό. Έτσι, γονάτισε αμέσως και προσευχήθηκε στον Θεό: «Θεέ, ο γιός μου κόλλησε μια ανίατη ασθένεια, κι έχει το πολύ δύο μήνες ζωής. Αισθάνομαι πολύ στεναχωρημένη, και δεν ξέρω τι να κάνω. Ω Θεέ, η ζωή μας βρίσκεται υπό τον έλεγχό Σου, και είμαι πρόθυμη να εμπιστευθώ την ασθένειά του στα χέρια Σου. Είτε ζήσει είτε πεθάνει, είμαι πρόθυμη να υπακούσω σ' Εσένα». Μετά την προσευχή ένιωσε λίγο πιο ήρεμη. Το ίδιο βράδυ ωστόσο, στριφογυρνούσε στο κρεβάτι της και σκεφτόταν: «Αφού ο γιός μου έχει μόνο δύο μήνες για να ζήσει, πρέπει να τον φέρω πίσω όσο συντομότερα γίνεται, για να περάσω μαζί του τις ημέρες που μείνανε».
Την επόμενη μέρα, μόλις ξημέρωνε, η Μου Κουίνγκ πήγε βιαστικά στο νοσοκομείο. Βλέποντας τον γιό της ξαπλωμένο στο κρεβάτι, αδύναμο και χλωμό, η Μου Κουίνγκ ένιωσε στεναχωρημένη και φοβισμένη. Ανησυχούσε πως θα τον χάσει, και σ' αυτή την περίπτωση ολόκληρη η οικογένεια θα διαλυόταν και αυτή η ίδια δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να ζει. Όταν τα σκέφτηκε αυτά, η Μου Κουίνγκ δεν μπόρεσε πια να συγκρατήσει τα συναισθήματά της, και τα δάκρυα άρχισαν να κυλούν στο πρόσωπό της. Στη σκέψη πως ο Ζιαογκουάνγκ ακόμα δεν γνώριζε ότι είχε ανίατη ασθένεια, έτρεξε έξω από το δωμάτιο και σκούπισε κρυφά τα μάτια της μήπως και ο Ζιαογκουάνγκ την πιάσει να κλαίει. Αφότου κατάφερε να ελέγξει τα συναισθήματά της, η Μου Κουίνγκ στάθηκε στα πόδια της και μπήκε στον θάλαμο ήρεμα. Κάθισε δίπλα στον Ζιαογκουάνγκ, άγγιξε το κεφάλι του απαλά, και κράτησε τα χέρια του λέγοντας: «Ζιαογκουάνγκ, δεν έχουμε αρκετά χρήματα για θεραπεία. Ας πάμε πρώτα πίσω στο σπίτι. Όταν θα έχουμε μαζέψει αρκετά χρήματα, τότε θα πάμε στο Πεκίνο για να δούμε τον γιατρό. Εντάξει;» Αφότου του είπε αυτά, ο Ζιαογκουάνγκ έστρεψε αλλού το πρόσωπό του, χωρίς να πει μια λέξη. Προφανώς δεν ήθελε να επιστρέψει στο σπίτι. Βλέποντας αυτό, η Μου Κουίνγκ ένιωσε μεγάλη αγωνία και τα έχασε μη γνωρίζοντας τι να κάνει. Χωρίς να έχει άλλη επιλογή, συνέχισε την προσπάθεια για να πείσει τον γιό της: «Είναι πολύ ακριβή η αντιμετώπιση της ασθένειας σ' ένα μεγάλο νοσοκομείο και τώρα δεν έχουμε αρκετά χρήματα, κι έτσι, ακόμα κι αν πηγαίναμε θα ήταν ανώφελο». Γνωρίζοντας καλά την κατάστασή τους, τελικά έγνεψε καταφατικά και είπε: «Εντάξει. Ας γυρίσουμε στο σπίτι».
Όταν επέστρεψαν πίσω στο σπίτι, η πραγματικότητα τους έδωσε ένα ακόμα βαρύ χτύπημα: Η νύφη της, είχε πάρει όλα τα χρήματα για τη θεραπεία του Ζιαογκουάνγκ και τους εγκατέλειψε. Αυτή η άκαρδη συμπεριφορά επιδείνωσε τον πόνο της Μου Κουίνγκ, και τη βούλιαξε στην απελπισία. Το βάσανο της ασθένειας, μαζί με την προδοσία της γυναίκας του, έκαναν τον Ζιαογκουάνγκ να καταρρεύσει. Ξάπλωσε στο κρεβάτι σαν να ασφυκτιούσε και σκέφτηκε πως δεν είχε καμιά ελπίδα επιβίωσης.
Αφότου γεύτηκε την γλυκύτητα της στήριξης στον Θεό, η Μου Κουίνγκ ένιωσε ανακούφιση μέσα της
Με πόνο και απελπισία, η Μου Κουίνγκ σκέφτηκε: «Αν και δεν έχω χρήματα για τη θεραπεία του στο νοσοκομείο, δεν μπορώ να τον βλέπω απλώς να περιμένει τον θάνατο και να μην κάνω τίποτα. Όλα τα πράγματα έχουν δημιουργηθεί από τον Θεό. Όλων των ειδών τα φυτά έχουν τη δική τους χρήση και πολλά από αυτά είναι πολύτιμα φαρμακευτικά υλικά. Ίσως να μπορούν να θεραπεύσουν την ασθένειά του». Κατόπιν βρήκε ένα βιβλίο για τη θεραπεία διάφορων ειδών από σπάνιες ασθένειες, κι έτσι έψαξε σ' αυτό γρήγορα για να βρει θεραπεία για την ασθένειά του. Με στάση που έδειχνε πως οτιδήποτε αξίζει μια προσπάθεια, βρήκε επτά ή οκτώ φαρμακευτικά υλικά, όπως ρίζες από καλαμιές, ισπανικά αγριολούλουδα, πικραλίδες και άλλα, έφτιαξε ένα αφέψημα με όλα αυτά, κι ύστερα ζήτησε από τον γιό της να πιεί αυτό το φάρμακο. Ωστόσο, λόγω της εγκατάλειψης από τη γυναίκα του, ο Ζιαογκουάνγκ ήταν υπερβολικά στεναχωρημένος και δεν ήθελε να φάει ούτε να πιεί. Είπε απεγνωσμένα στην Μου Κουίνγκ: «Τι νόημα έχει να ζω; Εσύ είσαι μεγάλη σε ηλικία, πώς μπορείς να βρεις χρήματα για να θεραπευτεί η ασθένειά μου; Πολύ καλά θα κάνεις να με αφήσεις να πεθάνω!» Βλέποντάς τον σ' αυτήν την κατάσταση, η Μου Κουίνγκ ένιωσε ακόμα περισσότερο θλιμμένη. Σκέφτηκε: «Είναι πολύ αδύναμος, αν συνεχίσει έτσι, η κατάστασή του θα χειροτερέψει». Όμως δεδομένης της κατάστασης δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Με πόνο, προσευχόταν αδιάκοπα στον Θεό: «Ω Θεέ, βλέποντας τον γιό μου έτσι, αισθάνομαι πόνο και ανησυχία αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Ω Θεέ, Εσύ είσαι ο Παντοδύναμος και ο αληθινός Θεός, καθώς και πανίσχυρος γιατρός. Η ζωή και ο θάνατος του γιού μου έχουν αποφασιστεί από Εσένα. Ω Θεέ, Σε παρακαλώ προστάτεψε την καρδιά μου, έτσι ώστε να μπορώ να υπακούσω στην κυριαρχία και τις διευθετήσεις Σου».
Μετά από την προσευχή, η Μου Κουίνγκ θυμήθηκε ένα κείμενο από τα λόγια του Θεού και ήθελε να το διαβάσει στον Ζιαογκουάνγκ. Παρόλο που αυτός δεν πίστευε στον Θεό, ήταν κι αυτός ένα πλάσμα στα χέρια του Θεού. Η Μου Κουίνγκ ήλπιζε πως ο Ζιαογκουάνγκ θα καταλάβαινε ότι ο Θεός κυβερνά πάνω σε όλα τα πράγματα και ότι η ζωή όλων των ανθρώπων βρίσκονται στα χέρια του Θεού. Σκέφτηκε πως ίσως αφότου ακούσει τα λόγια του Θεού, θα ένιωθε καλύτερα και θα είχε κάτι πάνω στο οποίο να βασιστεί. Αμέσως η Μου Κουίνγκ του διάβασε τα λόγια του Θεού: «Ο Παντοδύναμος Θεός, η Κεφαλή των πάντων, ασκεί τη βασιλική Του εξουσία από τον θρόνο Του. Κυβερνά όλο το σύμπαν και τα πάντα, και μας καθοδηγεί σε ολόκληρη τη γη. Θα είμαστε συχνά κοντά Του και θα ερχόμαστε ενώπιόν Του ήσυχα· ποτέ μας δεν θα χάσουμε ούτε μια στιγμή, και υπάρχουν πράγματα που μπορούμε να διδαχθούμε ανά πάσα ώρα και στιγμή. Το περιβάλλον γύρω μας, καθώς και οι άνθρωποι, τα ζητήματα και τα αντικείμενα, επιτρέπονται όλα από τον θρόνο Του. Μην έχεις καρδιά που διαμαρτύρεται, αλλιώς ο Θεός δεν θα απονείμει τη χάρη Του πάνω σου. Όταν επέρχεται κάποια αρρώστια, οφείλεται στην αγάπη του Θεού, και οι καλές Του προθέσεις βρίσκονται σίγουρα πίσω από αυτήν. Ακόμα κι όταν το σώμα σου υποφέρει, μην παίρνεις ιδέες από τον Σατανά. Να αινείς τον Θεό εν μέσω ασθενειών και να απολαμβάνεις τον Θεό εν μέσω του αίνου σου. Μην αποθαρρύνεσαι μπροστά στην ασθένεια, συνέχισε να αναζητάς, μην τα παρατάς ποτέ, και ο Θεός θα σε φωτίσει με το φως Του. Πόσο πιστός ήταν ο Ιώβ; Ο Παντοδύναμος Θεός είναι ένας πανίσχυρος γιατρός! Το να κατοικείς στην αρρώστια είναι να είσαι άρρωστος, αλλά το να κατοικείς στο πνεύμα είναι να είσαι καλά. Αν έχεις μονάχα μια ανάσα, ο Θεός δεν θα σε αφήσει να πεθάνεις».
Αφού διάβασε τα λόγια του Θεού, η Μου Κουίνγκ ένιωσε πιο φωτισμένη: «Σωστά! Πιστεύω στον παντοδύναμο και τον μόνο αληθινό Θεό. Κυβερνά και ελέγχει όλα τα πράγματα, έτσι και το αν θα θεραπευτεί η ασθένεια του γιού μου, δεν είναι κι αυτό στα χέρια του Θεού; Τα πάντα βρίσκονται στα χέρια του Θεού, η ζωή και ο θάνατος του γιού μου είναι αποφασισμένα από τον Θεό. Χωρίς την άδεια του Θεού, ο γιός μου δεν θα πεθάνει, ακόμα κι αν του έχει μείνει μόνο μια ανάσα». Τα λόγια του Θεού έδωσαν πίστη στην Μου Κουίνγκ. Ύστερα είπε στον γιό της: «Η ζωή του καθενός μας βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Ο Σατανάς επιφέρει ασθένειες πάνω μας ενώ ο Θεός έρχεται για να μας σώσει. Ο Θεός είναι ένας πανίσχυρος γιατρός, και ανεξάρτητα με το πόσο σοβαρή είναι η ασθένεια, εξακολουθεί να βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Καθόσον βασιζόμαστε στον Θεό με αληθινή καρδιά, ο Θεός δεν θα μας αφήσει να πεθάνουμε, ακόμα κι αν μας έχει μείνει μόνο μια ανάσα». Μέσα από την ειλικρινή της συναναστροφή, ο Ζιαογκουάνγκ φάνηκε πως κατάλαβε κάτι και τη ρώτησε: «Μπορεί ο Θεός να θεραπεύσει στ' αλήθεια την ασθένειά μου;» Η Μου Κουίνγκ απάντησε: «Ο Θεός είναι ένας πανίσχυρος γιατρός. Έτσι καθόσον πιστεύουμε σ' Αυτόν πραγματικά, θα μας οδηγήσει και θα μας προστατεύσει. Όμως ως ανθρώπινα όντα, πρέπει να έχουμε καρδιά υπάκουη, και ανεξάρτητα από το αν μπορεί να θεραπευτεί η ασθένεια, θα πρέπει να παραδίνουμε τη ζωή μας στα χέρια του Θεού και να θέτουμε τον εαυτό μας στο έλεός Του χωρίς παράπονα». Αφού το κατάλαβε αυτό, ο Ζιαογκουάνγκ άρχισε να πίνει το φάρμακο και να τρώει. Βλέποντας την αλλαγή του, η Μου Κουίνγκ κατάλαβε ότι ήταν αυτό έργο του Θεού και συνέχισε να ευχαριστεί το Θεό μέσα από την καρδιά της.
Κάτω από την οδηγία των λόγων του Θεού, ο γιός της συνήλθε από την ασθένεια και επέστρεψε στον Θεό
Μια μέρα, ένας από τους συμμαθητές του Ζιαογκουάνγκ, τους σύστησε ένα νοσοκομείο που ειδικευόταν στην αντιμετώπιση διαφόρων ειδών σπάνιων ασθενειών. Αυτό φάνηκε στην Μου Κουίνγκ σαν ακτίνα ελπίδας και βιάστηκε να πάει τον Ζιαογκουάνγκ στο νοσοκομείο. Αφού είδε τις εξετάσεις του ο γιατρός, είπε: «Δεν μπορώ να θεραπεύσω αυτή την ασθένεια. Δεν θέλω να πάρω την ευθύνη, επειδή το πλήθος των λευκών του αιμοσφαιρίων είναι πολύ χαμηλό». Έτσι σύστησε στην Μου Κουίνγκ ένα γιατρό σε μια άλλη κομητεία λέγοντας: «Αν αυτός ο γιατρός δεχθεί τον γιό σου, αυτό σημαίνει πως μπορεί να θεραπεύσει τον γιό σου. Αν όχι...» Ακούγοντας τα λόγια του, τα μάτια της Μου Κουίνγκ σκοτείνιασαν κι ένιωσε απόλυτη απελπισία. Σκέφτηκε: «Νόμιζα πως ο γιατρός θα μπορούσε να θεραπεύσει τον γιό μου, όμως στην πραγματικότητα δεν μπορεί. Μήπως η ασθένεια του γιού μου δεν θεραπεύεται;» Εκείνη τη στιγμή, η Μου Κουίνγκ θυμήθηκε ότι ο Θεός ήταν ο μόνος της βράχος. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να εμπιστευτεί τον γιό της στα χέρια του Θεού. Επιπλέον, θυμήθηκε πως όταν εργαζόταν ο Κύριος Ιησούς, έκανε πολλά θαύματα, όπως τον τυφλό να βλέπει, τον κουτσό να περπατά, ανέστησε τον Λάζαρο και ούτω καθ' εξής. Σκέφτηκε επίσης τα λόγια του Θεού: «Ο Παντοδύναμος Θεός είναι ένας πανίσχυρος γιατρός!» Η Μου Κουίνγκ γνώριζε ξεκάθαρα πως ο Θεός ήταν Αυτός που την καθοδηγούσε και της έλεγε να μην απογοητεύεται αλλά να έχει πίστη σ΄Αυτόν. Επειδή τίποτα δεν είναι αδύνατο σ' Αυτόν. Συνειδητοποιώντας το, ήταν πρόθυμη να εμπιστευθεί την ασθένεια του γιού της στα χέρια του Θεού και να επιδιώξει να γνωρίσει τα έργα του Θεού μέσα από αυτή την κατάσταση.
Έτσι η Μου Κουίνγκ συνέχισε να φτιάχνει αφεψήματα με τα φαρμακευτικά φυτά κάθε μέρα για τον Ζιαογκουάνγκ. Προσευχόταν συχνά στον Θεό για να τη βοηθήσει. Προκειμένου να βοηθήσει τον γιό της να αντιμετωπίσει με θάρρος την ασθένειά του, τού διάβαζε συχνά τα λόγια του Θεού και τού έψαλλε ύμνους. Μια φορά, η Μού Κουίνγκ είδε ένα συγκεκριμένο κείμενο από τα λόγια του Θεού και το διάβασε στον Ζιαογκουάνγκ: «Όταν τα ύδατα καταπίνουν τους ανθρώπους μεμιάς, τους σώζω από το έλος και τους δίνω την ευκαιρία να ξεκινήσουν μια νέα ζωή. Όταν οι άνθρωποι χάνουν την εμπιστοσύνη τους στη ζωή, τους τραβάω από το χείλος του θανάτου, δίνοντάς τους το θάρρος να ζήσουν, ώστε να Με θεωρούν ως το θεμέλιο της ύπαρξής τους. Όταν οι άνθρωποι Με παρακούν, τους κάνω να Με γνωρίσουν στην ανυπακοή τους. Υπό το φως της παλαιάς φύσης της ανθρώπινης φύσης και υπό το φως του ελέους Μου, αντί να στείλω τους ανθρώπους στον θάνατο, τους επιτρέπω να μετανοήσουν και να κάνουν μια νέα αρχή. Όταν οι άνθρωποι υποφέρουν από λιμό, τους αποσπώ από τον θάνατο, αρκεί να τους έχει μείνει έστω και μια ανάσα, εμποδίζοντάς τους να πέσουν θύματα της εξαπάτησης του Σατανά». Αφού διάβασε τα λόγια του Θεού, η Μου Κουίνγκ είπε στον Ζιαογκουάνγκ: «Η γυναίκα σου εγκατέλειψε το σπίτι μας και ξέρω πως αισθάνεσαι πίκρα μέσα σου. Όμως, όπως λέει το ρητό: 'Ο ουρανός πάντα προμηθεύει οδό.' Ο Θεός είναι ο Θεός που αγαπά την ανθρωπότητα, και γνωρίζει βαθιά τις πραγματικές μας δυσκολίες. Καθόσον βασιζόμαστε σ' Αυτόν και ερχόμαστε ενώπιόν Του, θα μας φροντίσει, θα μας προστατεύσει και θα ανοίξει οδό για μας. Τώρα βρισκόμαστε σε δεινή θέση, όμως καθόσον προσβλέπουμε ειλικρινά στον Θεό, θα επεκτείνει χέρι βοηθείας και θα μας σώσει». Ακούγοντας αυτά, ο Ζιαογκουάνγκ έγνεψε καταφατικά σιωπηλός.
Καθώς η Μου Κουίνγκ διάβαζε τα λόγια του Θεού στον Ζιαογκουάνγκ, η κατάστασή του καλυτέρευσε λίγο. Τα εξογκώματα στο δέρμα του έγιναν όλο και λιγότερα, και οι σκληροί κάλοι στα χέρια του άρχισαν να πέφτουν. Επιπλέον, τα χέρια και τα πόδια του δεν ήταν τόσο άκαμπτα όσο πριν, και τα μαυρισμένα νύχια του έγιναν σταδιακά φυσιολογικά.
Μετά από λίγο ο Ζιαογκουάνγκ πήγε στο νοσοκομείο για επανεξέταση. Όταν γύρισε πίσω στο σπίτι, ήταν τρελαμένος από τη χαρά του και είπε στην Μου Κουίνγκ: «Ο γιατρός είπε πως μοιάζω με φυσιολογικό άτομο, και είπε πως ήταν πραγματικά θαύμα το ότι μπόρεσα να επανέλθω από μια τέτοια σοβαρή ασθένεια τόσο γρήγορα. Ο Θεός μας, μπορεί στ' αλήθεια να κάνει θαύματα! Στο παρελθόν, ο γιατρός είπε πως είχα το πολύ δύο μήνες ζωής, όμως τώρα στ' αλήθεια επέζησα. Είναι πραγματικά ο Θεός που έσωσε τη ζωή μου!» Ακούγοντάς τον να μιλά έτσι, η Μου Κουίνγκ γέμισε από ευγνωμοσύνη στον Θεό. Εκείνη τη στιγμή, κάποιοι άνθρωποι που ήταν γύρω τους, είπαν κι αυτοί: «Η ασθένεια του Ζιαογκουάνγκ ήταν τόσο σοβαρή και δεν μπορούσε να θεραπευτεί ούτε σε μεγάλα νοσοκομεία, όμως τώρα έχει θεραπευτεί στ' αλήθεια, και τόσο γρήγορα!» «Ο Ζιαογκουάνγκ επανήλθε από την ασθένεια τόσο γρήγορα επειδή ο ουρανός τον βοήθησε!» Η μητέρα του Ζιαογκουάνγκ πιστεύει στον Θεό. Ο Θεός της είναι που τον βοήθησε». Αφότου είδε τα θαυμαστά έργα του Θεού σ' αυτή την περίσταση, και ο Ζιαογκουάνγκ δέχτηκε το έργο του Θεού των εσχάτων ημερών κι άρχισε να ζει την εκκλησιαστική ζωή.
Από αυτή την εμπειρία, η Μου Κουίνγκ κέρδισε πολλά και κατέληξε να γνωρίσει την εξουσία και την κυριαρχία του Θεού
Μετά, η Μου Κουίνγκ διάβασε μια παραπομπή από το λόγο του Θεού: «Δεν είναι η ανθρωπότητα αυτή που κρατά τη δύναμη της ζωής και του θανάτου, ούτε κάποιο ον στον φυσικό κόσμο, αλλά ο Δημιουργός, η εξουσία του οποίου είναι μοναδική. Η ζωή και ο θάνατος της ανθρωπότητας δεν είναι το προϊόν κάποιου νόμου του φυσικού κόσμου, αλλά μια συνέπεια της κυριαρχίας της εξουσίας του Δημιουργού».
Από τα λόγια του Θεού κι αυτή την ασυνήθιστη εμπειρία, η Μου Κουίνγκ απέκτησε αληθινή εκτίμηση και κατανόηση του γεγονότος ότι ο Δημιουργός κυβερνά τη ζωή όλων. Γεύτηκε πραγματικά ότι δεν είναι η ανθρωπότητα αυτή που κρατά τη δύναμη της ζωής και του θανάτου, ούτε οι γιατροί, αλλά ο ίδιος ο Θεός που κυβερνά πάνω σε όλα τα ζωντανά όντα. Όταν έμαθε ότι ο γιός της έπασχε από ανίατη ασθένεια, και ότι μπορεί να είχε μόνο δύο μήνες ζωής, έχασε προσωρινά την πίστη της. Όμως η οδηγία των λόγων του Θεού ήταν αυτή που της έδωσε εμπιστοσύνη και δύναμη, καθώς και η γνώση ότι η ζωή και ο θάνατος αποφασίζονται από τον Θεό, και το ότι η ζωή κυβερνάται από τον Θεό. Εκτίμησε το ότι η ζωτική δύναμη του Θεού είναι ξεχωριστή και δεν μπορεί να την υπερβεί κανένα δημιουργημένο ή μη δημιουργημένο ον. Λόγω της υποστήριξης της ζωτικής δύναμης του Θεού, ο Ζιαογκουάνγκ κατάφερε να επιβιώσει θαυμαστά. Ακριβώς όπως το αναφέρουν τα λόγια του Θεού: «Η ζωή του ανθρώπου προέρχεται από τον Θεό, η ύπαρξη του ουρανού οφείλεται στον Θεό και η ύπαρξη της γης πηγάζει από τη δύναμη της ζωής του Θεού. Κανένα αντικείμενο που έχει ζωτικότητα δεν μπορεί να υπερβεί την υπέρτατη κυριαρχία του Θεού, και κανένα έμβιο ον δεν μπορεί να ξεφύγει από τη σφαίρα εξουσίας του Θεού». Ο Θεός ήταν Αυτός που έδωσε δεύτερη ζωή στον Ζιαογκουάνγκ. Η Μου Κουίνγκ ένιωσε βαθιά ότι μόνο ο Θεός είναι στο πλευρό μας, μας συντροφεύει, μας βοηθά, μας φροντίζει και μας προστατεύει πάντα. Όταν ο Ζιαογκουάνγκ υπέφερε από τον πόνο της ασθένειάς του και την εγκατάλειψη της συζύγου του, ως μητέρα, η Μου Κουίνγκ το μόνο που μπορούσε να του δώσει ήταν φροντίδα και παρηγοριά, όμως δεν ήταν σε θέση να απαλύνει τον πόνο του, πόσο μάλλον να του δώσει τη δύναμη να σταθεί στα πόδια του. Ο Θεός είναι Αυτός που φροντίζει και συμπονά κάθε ανθρώπινο ον που δημιούργησε. Όταν η Μου Κουίνγκ και ο Ζιαογκουάνγκ βασίστηκαν στον Θεό με ειλικρίνεια, παρόλο που ο Ζιαογκουάνγκ δεν πίστευε πριν στον Θεό, κέρδισε την ανιδιοτελή συμπόνια και χάρη του Θεού, και η ασθένεια θεραπεύτηκε με θαυμαστό τρόπο.
Μέσω της εμπειρίας της, η Μου Κουίνγκ εκτίμησε το γεγονός ότι τα λόγια του Θεού έχουν εξουσία και δύναμη, και μπορούν να δημιουργήσουν το θαύμα της ζωής. Αυτή η δοκιμασία της έδωσε βαθύτερη κατανόηση για την εξουσία και τη δύναμη του Θεού, και αύξησαν ακόμα περισσότερο την πίστη της στον Θεό. Έτσι αποφάσισε: Οτιδήποτε της συμβεί στο μέλλον, θα είναι πρόθυμη να βασιστεί στον Θεό. Όλη η δόξα ανήκει στον Θεό!
Από την Λι Μινγκ, Κίνα