Μαρτυρία στον γάμο: από τον κατακερματισμό στη συμφιλίωση
Της Λι Τσάο
Όταν ήμουν μικρή, ο πατέρας μου ήταν εθισμένος στον τζόγο. Παραμελούσε την οικογένειά μας και δεν έδειχνε κανένα έλεος στη μητέρα μου. Καθώς έβλεπα τους γονείς μου να ζουν μια ζωή χωρίς αγάπη, σκεφτόμουν: όταν θα μεγαλώσω, πρέπει να βρω έναν άνδρα που να μπορεί να με αγαπάει ειλικρινά. Ακόμη και αν ζούμε μια φτωχική ζωή, αν μπορούμε να έχουμε συζυγική στοργή και να ζήσουμε το υπόλοιπο της ζωής μας μαζί, θα είμαι ικανοποιημένη.
Στην ηλικία των είκοσι δύο χρόνων, με μεσολάβηση του ξαδέλφου μου, συνάντησα έναν άνδρα που ήταν απλός και έντιμος, και όμορφος. Όταν παντρευτήκαμε, ανακάλυψα πως ο σύζυγός μου είχε ένα κοφτερό μυαλό και σκεφτόταν συχνά πώς να βγάλει χρήματα. Δεν ήταν καλός μόνο με μένα, αλλά επίσης ήταν ένας άνδρας που βάζει την οικογένειά του στο κέντρο. Ωστόσο, ήταν από τη φύση του αργός, έκανε τα πάντα χωρίς βιασύνη, ενώ εγώ ήμουν γρήγορη από τη φύση μου και οξύθυμη. Όταν έχανα την ψυχραιμία μου και του φώναζα, δεν ταραζόταν ποτέ αλλά μόνο μου έδινε ένα σιωπηλό χαμόγελο. Παρόλο που, μερικές φορές, είχαμε προστριβές στην καθημερινή μας ζωή εξαιτίας κάποιου γεγονότος, ωστόσο μπορούσαμε να εξακολουθούμε να απολαμβάνουμε μια γλυκιά ζωή. Ήμουν ευγνώμων που είχα βρει έναν καλό σύζυγο. Η οικογένειά μας είχε μια ευχάριστη ζωή, αν και όχι πλούσια.
Μια μέρα, ο σύζυγός μου μού είπε: «Δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά λεφτά στην εξοχή, πόσω μάλλον να έχουμε ένα μέλλον. Ας πάμε στην πόλη για να κάνουμε χρήματα». Τότε, άφησα την κόρη μου πίσω με τη μητέρα μου και ξεκίνησα μια επιχείρηση με τον σύζυγό μου στην πόλη. Κάθε είδους εμπόριο που θα μπορούσε να μας κάνει γρήγορα πλούσιους, θα ήταν η επιλογή μας. Από τη μια στιγμή στην άλλη, πέρασαν δέκα χρόνια. Αγοράσαμε σπίτι και αυτοκίνητο, και επίσης αποταμιεύσαμε εβδομήντα ή ογδόντα χιλιάδες γιουάν. Παρόλο που είχαμε αποκτήσει κάποια χρήματα, ο ανταγωνισμός του εμπορίου με εξουθένωσε. Σαν αποτέλεσμα, υπέφερα από στηθάγχη μόλις έκλεισα τα τριάντα. Καθώς ο πόνος μού έκανε επίθεση, ένιωθα σαν να ήταν ακίδες και βελόνες μέσα μου και έφθασα στο σημείο να μην τολμώ να κάνω μια κίνηση. Ο σύζυγός μου μού είπε με οίκτο: «Υπέφερες τόσο πολύ αυτά τα χρόνια. Παρόλο που κάναμε κάποια χρήματα, δεν έχεις καμιά απόλαυση, αλλά δουλεύεις σκληρά και με ήλιο και με βροχή όλο τον χρόνο. Τώρα υποφέρεις από αυτήν την ασθένεια∙ δεν μπορώ να σε κάνω να μοχθείς άλλο. Αν συνεχίσεις έτσι, θα καταστραφεί η υγεία σου. Πρέπει να κάνουμε μια άλλη δουλειά, που να μπορεί συγχρόνως και να αποδώσει πολλά χρήματα και να είναι εύκολη για εμάς». Ακούγοντας τα γεμάτα έγνοια λόγια του συζύγου μου, ένιωσα ζεστασιά στην καρδιά μου: αυτά τα χρόνια είχα δυσκολίες στη ζωή έξω από την οικογένεια, αλλά με τη φροντίδα και την έγνοια του συζύγου μου, εξακολουθούσα να νιώθω ευτυχισμένη στην καρδιά μου, ανεξάρτητα από το πόσο κοπιαστική ή κουραστική ήταν η ζωή μου.
Μισό χρόνο αργότερα, ξεκινήσαμε μια επιχείρηση εστιατορίου. Στην αρχή, η δουλειά μας πήγαινε καλά. Αλλά σταδιακά, οι πελάτες που έρχονταν στο εστιατόριό μας γίνονταν όλο και λιγότεροι, τόσο που σχεδόν δεν κερδίζαμε καθόλου χρήματα, κάθε μέρα. Ως επιστέγασμα όλων αυτών, αξιωματούχοι από το Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο και την Εφορία καθώς και οι τοπικοί κακοποιοί, έρχονταν όλοι και γευμάτιζαν χωρίς να πληρώνουν. Και εμείς δεν τολμούσαμε να τους προκαλέσουμε. Γι' αυτό, ήμουν πολύ αγανακτισμένη στην καρδιά μου. Δεν περίμενα ποτέ ως όχι μόνο δεν θα ήταν εύκολο να κάνουμε χρήματα σ' αυτού του είδους το εμπόριο, αλλά θα έπρεπε να αντιμετωπίζουμε κι αυτούς τους πολύπλοκους ανθρώπους. Τότε, συζήτησα με τον σύζυγο μου να πουλήσουμε το εστιατόριό μας. Δυστυχώς, δεν υπήρξε αγοραστής, οπότε έπρεπε να συνεχίσουμε απρόθυμα να τρέχουμε την επιχείρησή μας, ακόμη κι αν χάναμε χρήματα.
Για να κρατήσουμε την επιχείρησή μας, ο σύζυγός μου σχετίστηκε με ανθρώπους του υποκόσμου και με τους αστυνομικούς της περιοχής. Έπινε συχνά μαζί τους και πολλές φορές γινόταν τύφλα στο μεθύσι. Παρόλο που κανείς δεν ερχόταν στο εστιατόριό μας για να προκαλέσει προβλήματα, ο σύζυγός μου συναναστρεφόταν αυτούς τους ανθρώπους όλη τη μέρα. Πήγαινε συχνά σε μπαρ καραόκε και σε αίθουσες χορού, και μερικές φορές έφθασε στο σημείο να μη γυρίσει σπίτι όλη τη νύχτα. Επιπλέον, δεν έδινε σχεδόν καθόλου προσοχή στις δουλειές του εστιατορίου, πολύ δε λιγότερο νοιαζόταν για μένα. Βλέποντας αυτό, φοβήθηκα πως θα μάθαινε να συμπεριφέρεται άσχημα, οπότε προσπάθησα συχνά να τον πείσω να μην κάνει συνεχώς παρέα μ' αυτούς τους ανθρώπους. Μια φορά, αφού του μίλησα, το βλέμμα του άλλαξε και το πρόσωπό του έδειχνε απογοήτευση, και με πρόσβαλε μπροστά στους υπαλλήλους μας: «Είσαι πραγματικά κοντόφθαλμη. Πόσες μέρες έχεις δει τον κόσμο; Τολμάς να ανακατεύεσαι στις υποθέσεις μου. Αν δεν σε είχα πάρει από την εξοχή, θα ήσουν μια απλή νοικοκυρά. Τι ξέρεις; Εγώ περπατώ στην κοινωνία για τόσο πολλά χρόνια, δεν γνωρίζω περισσότερα από σένα; Τώρα η επιχείρησή μας πηγαίνει τόσο χάλια∙ τι θα γίνει αν δεν συναναστραφώ μ' αυτούς τους φίλους; Από τώρα και στο εξής, μην ανακατεύεσαι στις υποθέσεις μου. Μείνε έξω από τις δουλειές μου...» Η ασυνήθιστη συμπεριφορά του συζύγου μου με εξέπληξε. Στο παρελθόν, έχανα συχνά την ψυχραιμία μου μαζί του και, ανεξάρτητα από το πώς του φώναζα, δεν θύμωνε αλλά μου έλεγε με χαμόγελο: «Με την προϋπόθεση πως δεν θα θυμώνεις, μπορείς να λες οτιδήποτε θέλεις». Όμως σήμερα, με πρόσβαλε και με ντρόπιασε μπροστά στους υπαλλήλους μας. Ήμουν τόσο θυμωμένη που ολόκληρο το κορμί μου έτρεμε, και ξεκίνησα να του κάνω σκηνή. Χωρίς να το περιμένω, με χτύπησε. Ήμουν πολύ λυπημένη, επειδή ποτέ δεν είχα υποστεί κάτι τέτοιο.
Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, ακόμη και το παραμικρό μπορούσε να μας οδηγήσει σε μια λογομαχία χωρίς τελειωμό. Όμως, σκεφτόμενη τη συζυγική μας σχέση, εξακολουθούσα να προσπαθώ να τον πείσω με ειλικρινή λόγια. Αλλά αυτός παρίστανε πως δεν ακούει και παραπονιόταν για τη συνεχή γκρίνια μου. Όχι μόνο αυτό, αλλά επίσης έπινε πολύ όλη τη μέρα, χωρίς να νοιάζεται αν το εστιατόριό μας μπορεί να βγάλει χρήματα. Μετά το ποτό, πήγαινε σε μπαρ καραόκε ή σε αίθουσες χορού με τη σάρα και τη μάρα, αγνοώντας εντελώς εμένα και τα αισθήματά μου. Βλέποντας πως ο κάποτε έντιμος σύζυγός μου είχε αλλάξει, ήμουν συντετριμμένη και ένιωθα πως ο γάμος μας έχει φτάσει στο τέλος του. Έτσι, ζήτησα διαζύγιο από τον σύζυγό μου, αλλά εκείνος διαφώνησε. Η μητέρα μου επίσης με έπεισε: «Για να έχει το παιδί σου μια κανονική οικογένεια, μπορείτε να ζείτε μαζί». Βλέποντας τη μητέρα μου με τα λευκά μαλλιά της, που φρόντιζε το παιδί μου συνεχώς, και βλέποντας την αθώα κόρη μου, το σκέφτηκα ξανά και ξανά και έπειτα εγκατέλειψα την ιδέα του διαζυγίου. Θάβοντας όλον τον πόνο στην καρδιά μου, στήριξα αυτή τη διαλυμένη οικογένεια.
Δεν είχα σκεφτεί ποτέ πως, στη συνέχεια, ο σύζυγός μου μού ζήτησε να πίνω με πελάτες. Εγώ αρνήθηκα, και τότε με πρόσβαλε και είπε: «Όταν οι άνδρες πίνουν με πελάτες, μπορούν μόνο να τους κάνουν να έρθουν ακόμη μια φορά, αλλά όταν το κάνουν οι γυναίκες αυτό, μπορούν να προσελκύσουν πελάτες. Γιατί είσαι τόσο ξεροκέφαλη; Βλέπεις πόσο καλές είναι στο να κάνουν τη δουλειά τους οι ιδιοκτήτριες σε άλλα εστιατόρια! Πίνουν συχνά με πελάτες, οπότε τα εστιατόριά τους είναι όλα γεμάτα με πελάτες το μεσημέρι...» Βλέποντας πως ο σύζυγός μου έλεγε τέτοια λόγια, δεν τον είχα γνωρίσει εντελώς. Πριν, δεν με έκανε να υποφέρω και να παραπονιέμαι, ανεξάρτητα από το πόσες δυσκολίες άντεχε. Όμως τώρα μπορούσε να λέει τέτοια λόγια, που με έκαναν να απογοητευτώ τελείως από εκείνον. Μπορούσε η ζωή μας να συνεχιστεί; Για μια ακόμη φορά, ζήτησα από τον σύζυγό μου διαζύγιο. Εκείνος είπε: «Εντάξει! Δεν αστειεύομαι. Μην προσπαθείς να με τρομάξεις μ' αυτό. Μόλις χωρίσουμε, μπορώ αμέσως να βρω να βρω μια μικρή κοπέλα». Μετά μου έδωσε ένα χτύπημα με μια σκούπα. Βλέποντας πως ο σύζυγός μου ήταν τόσο άκαρδος, θύμωσα πάρα πολύ και κάθισα στο πάτωμα ουρλιάζοντας δυνατά, νιώθοντας να σπαράζω. Μέσα σε δέκα χρόνια γάμου, αυτή ήταν η πρώτη φορά που με είχε χτυπήσει έτσι. Άλλαξε πραγματικά, χωρίς καμιά συζυγική στοργή. Εκείνη τη στιγμή, έτρεφα δυνατό μίσος για τον σύζυγό μου, μισώντας την σκληρότητά του και την εξαπάτηση των συναισθημάτων μου. Η κάποτε ιερή δέσμευση της αγάπης μας είχε εξαφανιστεί. Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, τόσο περισσότερο λυπόμουν. Ένας τέτοιος γάμος ήταν τόσο άθλιος, έτσι αποφάσισα να τον χωρίσω. Όμως εκείνος αρνιόταν πεισματικά να υπογράψει τα χαρτιά του διαζυγίου και, ως αποτέλεσμα, δεν μπορούσαμε να χωρίσουμε.
Κάθε μέρα, μοιραζόμασταν το ίδιο κρεβάτι αλλά βλέπαμε διαφορετικά όνειρα, οπότε όταν έπρεπε να αντιμετωπίσω τον παράξενο σύζυγό μου, ένιωθα ακόμη πιο δυστυχισμένη. Συχνά σκεφτόμουν: για ποιον λόγο ζουν οι άνθρωποι;! Αν πρέπει να ζω μέσα στον πόνο κάθε μέρα, είναι καλύτερα για μένα να πεθάνω. Αν πέθαινα, όλα τα βάσανά μου θα εξαφανίζονταν. Κατειλημμένη από αυτήν την ιδέα, πήγα πίσω στο σπίτι της μητέρας μου. Συγκράτησα τα δάκρυά μου για να κρατήσω την αθώα κόρη μου στην αγκαλιά μου, παροτρύνοντάς την να ακούει τη γιαγιά της. Έπειτα, πήρα το λεωφορείο για να γυρίσω πίσω στην πόλη. Όταν ήμουν στο λεωφορείο, δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Στην σκέψη πως θα άφηνα τους συγγενείς μου για πάντα, απροθυμία και πόνος ξεπήδησαν μέσα στην καρδιά μου. Σκέφτηκα: θα πεθάνω μ' αυτόν τον τρόπο; Αν πηδήξω μέσα στον μεγάλο ποταμό και πεθάνω, η ηλικιωμένη μητέρα μου και το μικρό παιδί μου θα κουβαλούν τον πόνο της απώλειας της αγαπημένης τους. Και η ηλικιωμένη θα κηδέψει τη νεαρή... Σκεφτόμενη αυτό, έχασα το κουράγιο να πεθάνω. Παρόλα αυτά, ήμουν πραγματικά προβληματισμένη πώς θα ζήσω από εκεί και μετά τις υπόλοιπες μέρες της ζωής μου.
Το διάστημα που ήμουν προβληματισμένη και δεν έβρισκα διέξοδο, μια θεία μού δίδαξε το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού, και με παρότρυνε να αγκαλιάσω αυτήν την ευκαιρία. Μου έδωσε επίσης ένα βιβλίο και είπε πως είναι τα λόγια του Θεού, που μπορούν να δώσουν λύση σε όλους τους πόνους και τις δυσκολίες στη ζωή μας. Όταν άκουσα τα λόγια της, μου φάνηκε πως είδα ελπίδα. Τις επόμενες μέρες, μόλις τελείωνα τη δουλειά στο εστιατόριό μας, άνοιγα με βιασύνη το βιβλίο για να διαβάσω.
Ο λόγος του Θεού λέει: «Ο Παντοδύναμος δείχνει έλεος σε τέτοιους ανθρώπους που υποφέρουν βαθύτατα. Ταυτόχρονα, έχει κουραστεί με τους ανθρώπους αυτούς που δεν έχουν συνείδηση, διότι πρέπει να περιμένει πολύ για την απάντηση από τους ανθρώπους. Επιθυμεί να αναζητήσει, να αναζητήσει την καρδιά και το πνεύμα σου. Θέλει να σου φέρει τροφή και νερό και να σε αφυπνίσει για να μην είσαι πλέον διψασμένος και πεινασμένος. Όταν θα είσαι κουρασμένος κι όταν θα αρχίσεις να νιώθεις την απόγνωση του κόσμου αυτού, μη μπερδευτείς, μην κλάψεις. Ο Παντοδύναμος Θεός, ο Παρατηρητής, θ' αγκαλιάσει την άφιξή σου ανά πάσα στιγμή». Όταν διάβασα αυτά τα λόγια, ένιωσα μια ζεστασιά στην καρδιά μου. Τα λόγια του Θεού με παρηγόρησαν και μου έδωσαν αυτοπεποίθηση. Βλέποντας εκ των υστέρων, έζησα αρμονικά με τον σύζυγό μου με όλη μου την καρδιά, αλλά αργότερα ο σύζυγός μου έγινε σκληρός μαζί μου. Όταν αγωνιούσα, έφθασε στο σημείο να μη μου λέει παρηγορητικά λόγια. Κάποτε πηγαίναμε μαζί και στα εύκολα και στα δύσκολα, όμως τώρα εκείνος έγινε τόσο σκληρόκαρδος. Ευτυχώς, τη στιγμή που ήμουν έτοιμη να χάσω την ελπίδα για τη ζωή μου, ήταν ο Θεός που νοιάστηκε για μένα και έστειλε ανθρώπους να με σώσουν - κανονίζοντας να κηρύξει η θεία μου το ευαγγέλιο σε μένα και να με φέρει πίσω στην οικογένεια του Θεού. Μόνο ο Θεός στέκεται πάντοτε στο πλευρό μου, χωρίς να φεύγει και χωρίς να με απαρνείται ποτέ. Εκείνη τη στιγμή, τα δάκρυά μου έτρεξαν σιωπηλά. Τα λόγια του Θεού ζέσταναν την πληγωμένη μου καρδιά και για ακόμη μια φορά πυροδότησαν τον πόθο μου για ζωή.
Ο λόγος του Θεού με προσέλκυσε και, όποτε είχα χρόνο, διάβαζα τα λόγια του Θεού. Όταν η Αδελφή Λι από την εκκλησία ήρθε να με δει, ένιωσα πολύ χαρούμενη. Μέσα από την επικοινωνία, βρήκα πως η Αδελφή Λι ήταν έντιμη και ανοιχτή μαζί μου. Κι εγώ επίσης απόθεσα τον πόνο μου στην Αδελφή Λι. Με παρηγόρησε, λέγοντας: «Μην ανησυχείς τόσο πολύ. Η σημερινή κοινωνία είναι ακριβώς αυτό που φαίνεται. Δεν υπάρχει στοργή ανάμεσα στους ανθρώπους, ούτε αληθινή αγάπη ανάμεσα στους συζύγους. Βίωσα τον ίδιο πόνο με τον δικό σου. Ο σύζυγός μου είχε μια εξωσυζυγική σχέση με μια γυναίκα, πίσω από την πλάτη μου. Μια φορά, όταν γύρισα στο σπίτι από τη δουλειά, έτυχε να τους δω. Εκείνη τη στιγμή, πραγματικά δεν μπορούσα να πιστέψω πως ήταν αληθινό. Ωστόσο τα γεγονότα βρίσκονταν μπροστά στα μάτια μου. Ήμουν εξαιρετικά αγανακτισμένη και δυστυχισμένη. Στη συνέχεια, ήταν τα λόγια του Θεού που με έσωσαν από τη δυστυχία. Ο λόγος του Θεού λέει: ««Ο άνθρωπος είναι τόσο διεφθαρμένος από τον Σατανά που δεν μοιάζει πια στην εμφάνιση με άνθρωπο». Αυτή η φράση έχει αναγνωριστεί λίγο από την πλειονότητα των ανθρώπων. Το λέμε αυτό διότι η «αναγνώριση» εδώ είναι μια επιφανειακή αναγνώριση σε αντίθεση με την αληθινή γνώση. Καθώς κανείς από σας δεν μπορεί να εκτιμήσει ακριβώς ή να εξετάσει τον εαυτό του, πάντα μισο-πιστεύετε, και μισο-αμφιβάλετε όταν πρόκειται για τον λόγο Μου. Αυτή τη φορά όμως θα χρησιμοποιήσω γεγονότα για να εξηγήσω ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα που έχετε κι αυτό είναι η προδοσία. Όλοι ξέρετε τη λέξη «προδοσία» καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν κάποτε προδώσει κάποιους άλλους, όπως ο σύζυγος που έχει προδώσει τη σύζυγό του, η σύζυγος που έχει προδώσει τον σύζυγό της, ο γιος που έχει προδώσει τον πατέρα του, η κόρη που έχει προδώσει τη μητέρα της, ο σκλάβος που έχει προδώσει τον κύριό του, φίλοι που έχουν προδώσει ο ένας τον άλλον, συγγενείς που έχουν προδώσει ο ένας τον άλλον, πωλητές που έχουν προδώσει αγοραστές κτλ. Όλα αυτά τα παραδείγματα περιέχουν την ουσία της προδοσίας. Εν συντομία η προδοσία είναι ένα είδος συμπεριφοράς όπου κάποιος αθετεί μια υπόσχεση, παραβιάζει ηθικές αξίες, ανθρώπινες δεοντολογίες, πράγμα που επιδεικνύει έλλειψη ανθρωπιάς». Από τα λόγια του Θεού μπορούμε να δούμε το εξής: έχουμε διαφθαρεί από τον Σατανά εδώ και πολύ καιρό, οπότε ο καθένας διαθέτει τη φύση της προδοσίας και μπορεί ακούσια να κάνει κάτι που προδίδει τους συγγενείς, τους φίλους, τον σύζυγο, τη σύζυγο και τους γονείς του. Σ' αυτή τη μεγάλη δεξαμενή της κοινωνίας, οι άνθρωποι έχουν αφομοιωθεί από τον Σατανά εδώ και πολύ καιρό, ζώντας ακούσια στην αμαρτία. Αν δεν πιστεύαμε στον Θεό, χωρίς την προστασία του Θεού, θα ακολουθούσαμε κι εμείς την διαβολική παγκόσμια μόδα της προδοσίας απέναντι στους συζύγους μας. Η βασική αιτία είναι πως οι άνθρωποι έχουν τη φύση της προδοσίας».
Ακούγοντας τη συναναστροφή της αδελφής, ένιωσα να φωτίζεται η καρδιά μου: ο σύζυγός μου με προδίδει, κι αυτό συμβαίνει επειδή έχουμε διαφθαρεί από τον Σατανά και εμείς οι ίδιοι έχουμε τη φύση της προδοσίας. Εξάλλου, σ' αυτή τη δουλειά, συναναστρέφεται με πολλούς ανθρώπους που δεν κάνουν τίποτε αξιοπρεπές, και βήμα με το βήμα, επηρεάστηκε και αφομοιώθηκε, έχοντας ξεχάσει εδώ και πολύ καιρό την κάποτε ιερή δέσμευση της αγάπης μας. Οι άνθρωποι γύρω μου ζουν όλοι μια άσωτη ζωή και προδίδουν τους συγγενείς τους, χωρίς να σκέφτονται ότι αυτό είναι επαίσχυντο, αλλά σκεφτόμενοι πως είναι ένδοξο. Ακόμη και η καλύτερή μου φίλη έχει επίσης εξωσυζυγικές σχέσεις με άλλους άνδρες πίσω από την πλάτη του συζύγου της. Αναστοχαζόμενη για τον εαυτό μου, όταν ο σύζυγός μου άλλαξε τον τρόπο που ένιωθε στην καρδιά του για μένα, είχα κι εγώ την επιθυμία στην καρδιά μου να τον προδώσω. Και πολλές φορές ήθελα επίσης να του το ανταποδώσω. Τώρα συνειδητοποιώ πως ήταν η προστασία του Θεού που με κράτησε από το να κάνω κάτι τέτοιο. Σκεφτόμενη αυτό, παραμέρισα λίγο την πικρία που ένιωθα προς τον σύζυγό μου. Εκείνος είχε τον δικό του τρόπο ζωής ενώ εγώ έχω τη δική μου επιδίωξη.
Μέσα από την ανάγνωση των λόγων του Θεού και κάνοντας συναντήσεις, μπόρεσα να καταλάβω όλο και περισσότερη αλήθεια, και η άποψή μου για τα πράγματα επίσης αλλάζει σταδιακά. Διάβασα τα λόγια του Θεού που λένε: «Όλο το έργο που έχει κάνει αποσκοπεί να οδηγήσει τους ανθρώπους στη σωστή οδό της ανθρώπινης ζωής, ώστε να μπορούν να έχουν την κανονική ζωή του ανθρώπινου είδους, επειδή ο άνθρωπος δεν γνωρίζει πώς να ζήσει τη ζωή του. Χωρίς μια τέτοια καθοδήγηση, το μόνο που θα μπορέσεις να κάνεις θα είναι να ζεις μια κενή ζωή, μια άχρηστη και χωρίς νόημα ζωή, ... Καθότι δεν γνωρίζετε πώς να ζήσετε τη ζωή σας ή πώς να ζείτε, και ζείτε σε αυτόν τον ακόλαστο και αμαρτωλό τόπο και είστε ακόλαστοι και αισχροί διάβολοι, Εκείνος δεν αντέχει να σας αφήσει να γίνεται ακόμα πιο διεφθαρμένοι, αλλά και ούτε αντέχει να σας βλέπει να ζείτε σε ένα βρομερό τόπο σαν κι αυτόν, όπου ο Σατανάς σας ποδοπατά κατά βούληση ή να σάς αφήνει να πέσετε στον Άδη. Το μόνο που θέλει Εκείνος είναι να αποκτήσει αυτήν την ομάδα από εσάς και να σας σώσει τελείως». Καθώς σκέφτομαι προς τα πίσω στην περασμένη μου ζωή - ότι βρήκα έναν καλό σύζυγο, απόλαυσα τη συζυγική στοργή και ήμασταν σε θέση να υποσχεθούμε ο ένας στον άλλο για την υπόλοιπη ζωή μας, πίστεψα πως αυτό το είδος ζωής ήταν μια ευτυχισμένη ζωή. Έτσι, όταν ο σύζυγός μου με πρόδωσε, έχασα την ελπίδα της ζωής και ήθελα απλώς να τελειώσω πεθαίνοντας. Τώρα βλέπω πως έζησα τόσο αξιολύπητα. Ο Θεός μας έδωσε όσα χρειαζόμαστε για τις ζωές μας, αλλά εγώ δεν εκτίμησα τη ζωή που ο Θεός μού έδωσε και ήθελα να την τελειώσω απλώς επειδή δεν μπορούσα να έχω την αγάπη του συζύγου μου. Ήταν ο Θεός που με τράβηξε πίσω από το κατώφλι του θανάτου, μου έδωσε το κουράγιο να συνεχίσω να ζω και με οδήγησε να περπατήσω στο σωστό μονοπάτι της ανθρώπινης ζωής. Αυτή τη στιγμή, ένιωθα πολύ ευγνώμων στον Θεό και πήρα μια απόφαση ενώπιόν του: είναι ο Θεός που μου δίνει μια νέα ζωή, οπότε θα ακολουθώ τον Θεό για το υπόλοιπο της ζωής μου. Από εκείνη τη στιγμή και στη συνέχεια, παρακολουθούσα ενεργά συναντήσεις και εκτελούσα το καθήκον μου. Ανεξάρτητα από το τι μου συνέβαινε, τα λόγια του Θεού μπορούσαν να με οδηγήσουν να έχω έναν δρόμο προς τα εμπρός. Ζούσα χαρούμενη κάθε μέρα και ήμουν γεμάτη από ανείπωτη χαρά και αίσθηση ευτυχίας. Μπορούσα να απελευθερωθώ από τη δυστυχία, κι αυτό είναι στ' αλήθεια η σωτηρία του Θεού.
Έναν μήνα αργότερα, ο Θεός άνοιξε μια οδό για μένα. Το εστιατόριό μας κατεδαφίστηκε επειδή η κυβέρνηση ήθελε να κάνει διαπλάτυνση στον δρόμο. Έτσι δεν ήμασταν πια υποχρεωμένοι να κρατάμε την επιχείρησή μας που έχανε χρήματα. Αυτό που δεν είχα καν σκεφτεί είναι πως, μετά την κατεδάφιση του εστιατορίου μας, ο σύζυγός μου σταμάτησε να πίνει όλη μέρα, και αγόρασε ένα όχημα για να ξεκινήσει έντιμα ξανά μια επιχείρηση. Έβαλα στην άκρη το παρελθόν και του κήρυξα το ευαγγέλιο. Πίστεψε κι εκείνος στον Θεό και συνεργάστηκε για να διαδώσει το ευαγγέλιο. Βλέποντας την αλλαγή του συζύγου μου, ευχαρίστησα τον Θεό από τα βάθη της καρδιάς μου. Μόνο τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού μπορούν να σώσουν τους ανθρώπους, και μόνο ο Θεός μπορεί να μας σώσει από την πικρή θάλασσα. Ακριβώς όπως λέει ο ύμνος των λόγων του Θεού: «Ο Θεός δεν θέλει καμία ψυχή να χαθεί. Ο άνθρωπος δεν νοιάζεται ποιο θα το μέλλον του. Ο άνθρωπος δεν ξέρει πώς να δείξει αγάπη για την ίδια του για τη ζωή. Αλλά ο Θεός ξέρει. Μόνο Αυτός αγαπά τον άνθρωπο». Είναι αλήθεια πως μόνο ο Θεός αγαπάει τους ανθρώπους στον μέγιστο βαθμό.
Όλη η δόξα ανήκει τον Παντοδύναμος Θεός!
Προτεινόμενα: Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ